Tuesday, July 14, 2009

ΧΑΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ_ HANDKE


PETER HANDKE
ΥΠΟΓΕΙΟ ΜΠΛΟΥΖ

ΜΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ - ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΕΓΡΗΓΟΡΣΗΣ


του Δημήτρη Αντωνακάκη


Την περασμένη Κυριακή 12 Απριλίου έκλεισε τον κύκλο των παραστάσεών του στο Θέατρο Κυδωνία το έργο του Πέτερ Χάντκε: «Υπόγειο Μπλουζ» και τη Δευτέρα, όπως συστηματικά γίνεται τόσα χρόνια, οργανώθηκε στο Κέντρο Αρχιτεκτονικής Μεσογείου (Κ.Α.Μ.) μια δημόσια συζήτηση με θέμα: «Θέατρο & Πολιτική», θέμα που προέκυπτε από όσα τα τελευταία χρόνια έχει υποστεί ο συγγραφέας του έργου, ο Πέτερ Χάντκε, επειδή πήγε κόντρα στη διεθνώς καλλιεργημένη απλοϊκά αντίληψη ότι στον εμφύλιο της υπό διαίρεσης Γιουγκοσλαβίας οι «κακοί» ήταν οι Σέρβοι.
Θέματα τέχνης και πραγματικότητας συζητήθηκαν το βράδυ της Δευτέρας μετά από την ουσιαστική εισήγηση του ποιητή Δημήτρη Άναλη για τον πρωταγωνιστικό ρόλο του ΛΟΓΟΥ στο Θέατρο σε αντιπαράθεση με την εικόνα που κυριαρχεί στον κινηματογράφο, και την τεκμηριωμένη εισήγηση του δημοσιογράφου και διευθυντή του ελληνικού τμήματος της Deutsche Welle Σπύρου Μοσκόβου σχετικά με όσα συνέβησαν τα τελευταία χρόνια στη μαρτυρική αυτή χώρα και τη θαρραλέα στάση του Πέτερ Χάντκε, ο οποίος αποφάσισε να υποστηρίξει την άποψή του, σε αντίθεση με όσα προπαγάνδιζε η παγκόσμια πληροφόρηση, η οποία προκειμένου να επιβάλλει την άποψη των κύκλων που επιχειρούν να ελέγξουν τις παγκόσμιες ισορροπίες, απλοποιούσε γεγονότα τόσο σύνθετα και πολύπλοκα.
Αυτή η θαρραλέα στάση του Πέτερ Χάντκε, που διεκδίκησε την ελευθερία της διαφορετικής έκφρασης, άποψη που όλοι «θεωρητικά» υποστηρίζουν, την πολέμησε η πλειονότητα των μέσων ενημέρωσης με κάθε τρόπο, προβάλλοντας ψευδή γεγονότα και δηλώσεις, διαμορφώνοντας έτσι ένα αρνητικό κλίμα και επηρεάζοντας την κοινή γνώμη. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα στη Γαλλία ο διευθυντής της Comédie Française ακυρώνει συμφωνημένη παράσταση έργου του Πέτερ Χάντκε δημιουργώντας ένα ασυνήθιστο σκάνδαλο και αργότερα, στη Γερμανία, ο ίδιος Χάντκε αποσύρεται από την αποδοχή του βραβείου Hayne που επρόκειτο να του δοθεί στο Ντύσελντορφ, προκειμένου να διασώσει το έργο του από τον καταιγισμό της λασπολογίας και της ψευτιάς.

Όταν πρότεινα στον Μιχάλη Βιρβιδάκη το θέμα αυτής της δημόσιας συζήτησης: «Θέατρο & Πολιτική», με αφορμή το έργο του Πέτερ Χάντκε, δεν είχα διαβάσει το κείμενο της παράστασης που είδα μόλις την περασμένη Κυριακή. Δεν φανταζόμουν δηλαδή ότι αυτή η συζήτηση για τη σχέση θεάτρου & πολιτικής θα γινόταν μέσα σ’ αυτό το κλίμα του δημιούργησε αυτός ο καταιγισμός άρνησης & καταγγελίας που εκτοξεύεται από τον Άγριο Άντρα στη διάρκεια της παράστασης. Καταγγελίας που έκανε τους θεατές να νοιώθουν ότι απευθύνεται σε κείνους, σε εμάς, στον καθένα προσωπικά.
Δεν φανταζόμουν ότι η χαρισματική ερμηνεία του Μιχάλη Βιρβιδάκη και των συνεργατών του, θα μας έφερνε τόσες φορές μπροστά στις ευθύνες τις δικές μας, του καθενός προσωπικά, όχι μόνο για ότι κάναμε, αλλά κυρίως για όσα δεν κάναμε, ενώ θα έπρεπε…

Όμως «από τρελό και από παιδί μαθαίνεις την αλήθεια», λέει η λαϊκή παροιμία, κι αυτό το εύρημα αξιοποίησε ο Χάντκε, βάζοντας απέναντί μας ένα μονομανή κατήγορο από αυτούς τους φευγάτους που συναντάμε καμιά φορά στο δρόμο και τους αποφεύγουμε όσο μπορούμε πιο γρήγορα για να μην ακούσουμε αυτά που δεν θέλουμε ν’ ακούμε…
Αυτή την αίσθηση είχα χθες παρακολουθώντας αυτό το χείμαρρο καταγγελίας που δεν άφηνε το θεατή να κρυφτεί στη σκιά και να ξεφύγει από όσα του καταμαρτυρούσε αυτός ο άγριος άνθρωπος, καθώς βρέθηκε έγκλειστος μαζί του σ’ ένα φανταστικό μετρό, που υπέβαλε με ευρηματικό τρόπο ο σκηνικός φωτισμός, ένα μετρό που εκινείτο από σταθμό σε σταθμό γυρίζοντας τη γη, καθώς η ποιητική δύναμη του κειμένου τρύπωνε στις πιο βαθιές γωνιές της συνείδησής των θεατών.

Ας είναι…
Τι μπορούσε να ειπωθεί ύστερα από αυτά για Θέατρο και πολιτική; Ή όπως έχει γίνει στις μέρες μας Πολιτική του Θεάτρου, που παρασύρει στον ίδιο λάκκο δικαίους και αδίκους; Και πώς να ξεχωρίσει κανείς την ήρα από το σιτάρι;
Ποιος θα μπορούσε να το κάνει αν όχι ένας τρελός; Ένας τρελός, από αυτούς που συναντάμε στο Σαίξπηρ, που θα μπορούσε να μιλήσει έξω από τα δόντια;
Όχι για σκάνδαλα και απάτες –έχουμε μπουχτίσει από αυτά– αλλά γι αυτό που τα προκαλεί, για την απουσία γραμμής πλεύσης.
Όχι για λανθασμένες επιλογές και χαριστικές προτάσεις, αλλά για την απουσία υπευθυνότητας που θα προϋπέθετε η θέση του κάθε ενός, σε όποιο επίπεδο γνώσης ή εξουσίας κι αν βρίσκεται, είτε είναι δημόσιος λειτουργός είτε απλός πολίτης ή, ακόμα χειρότερα, αν είναι δάσκαλος, που η καθημερινή πρακτική και το παράδειγμά πρέπει να είναι μάθημα συνέπειας και ευθύνης απέναντι στους νέους…
Και όχι μόνο γι αυτά που λέμε –επιμένω- αλλά κυρίως για αυτά που κάνουμε, για τα οποία μας έχουν κατατάξει σ’ αυτή την άχρηστη χορεία των κατηγορουμένων, σ’ ένα κατάλογο που δεν λείπει κανείς και που τον παρουσίασε επίμονα και βασανιστικά μ’ αυτή την ποίηση της σκληρότητας ο Πέτερ Χάντκε στο Υπόγειο Μπλουζ.

Κι εμείς, καθώς δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από πουθενά μπροστά σε αυτά τα ερωτηματικά, απαντάμε με γενικότητες.
Όμως, αυτές οι γενικότητες ΠΩΣ ΦΤΑΙΜΕ, που ηχούν σωστές σε όλα τα αυτιά (γιατί κανείς δεν διαφωνεί έτσι δεν είναι;), καθώς πάντα θεωρούμε ότι μπορεί να φταίμε όλοι, όμως οι υπεύθυνοί είναι πάντα οι ΑΛΛΟΙ, οι άλλοι και όχι εμείς.
Αυτές τις γενικότητες που τις ακούσαμε τόσες φορές τώρα τελευταία, για τη συλλογική ευθύνη, για την αποτυχία της γενιάς μας, αδιαφορώντας για το χάος που χωρίζει αυτά που κάνουμε καθημερινά από αυτά που λέμε με κροκοδείλια δάκρυα.
Αυτές οι γενικότητες που απελπίζουν όσους έχουν πράγματι στο βάθος της συνείδησής τους κάποια τσίπα που αχνοφέγγει ακόμα, αυτές τις γενικότητες κατεδαφίζει ο Χάντκε και γι αυτό μας συντρίβει καθώς μας έδειχνε με το πελώριο τρομακτικό δάχτυλο του Άγριου Άντρα και μας έλεγε:
ΕΣΥ προσωπικά φταις και δεν υπάρχει λύση που να προέρχεται από σένα γιατί η πρώτη και η μόνη σου έγνοια είναι να κάνεις αυτό που σε συμφέρει, αναζητώντας εκείνους που δεν θα σου φέρουν αντίρρηση κι όχι αυτούς που θα ταράξουν τα λιμνασμένα νερά...

Θέατρο και πολιτική- Πολιτική του Θεάτρου
Αυτή η σχέση σήμερα, εμένα δεν μου θυμίζει τίποτε από αυτά που μάθαμε στα θρανία, για εκείνη την εποχή που η πολιτεία πλήρωνε τους πολίτες για την συμμετοχή τους στις θεατρικές παραστάσεις, θεωρώντας ότι το Θέατρο καλλιεργεί συνειδήσεις. Καλλιέργεια απαραίτητη για την λειτουργία αυτού που θα θέλαμε να είναι η Δημοκρατία.
Σήμερα η Πολιτεία, και όλοι οι δημόσιοι φορείς από την κεντρική τους διοίκηση ως τη χαμηλότερη βαθμίδα της διοικητικής μηχανής τους, αδιαφορούν γι αυτή την καλλιέργεια.
Άλλες είναι οι προτεραιότητές τους. Άλλες οι επιλογές τους. Άλλες οι ιεραρχήσεις τους, παρ’ όλα όσα λέγονται.

Αν όμως δεν μπορούμε να είμαστε στοιχειωδώς ειλικρινείς, τουλάχιστον ας μη προκαλούμε. Καλύτερα η σιωπή...
ΧΑΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ 4-5-09

ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΗ ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ

του Δημήτρη Αντωνακάκη


«Η ιστορία είναι η καθημερινή πραγματικότητα μέσα στην οποία γεννιέται κανείς και μέσα στην οποία πρέπει να αποδειχτεί επαρκής».
Thomas Mann
«Ταξίδι με τον Δον Κιχώτη»

Είχα την τύχη να παρακολουθήσω στα Χανιά την Κυριακή 26 Απριλίου το ντοκιμαντέρ του Σταύρου Ψυλλάκη: «Άλλος δρόμος δεν υπάρχει». Είχα αρχίσει να διαβάζω το ομότιτλο βιβλίο του Νίκου και της Αργυρώς Κοροβέση (εκδόσεις Πολύτυπο) πριν χρόνια. Η συναρπαστική διήγηση με παρέσυρε σε μια ολοήμερη σχεδόν ανάγνωση, την οποία διέκοψα απότομα μην αντέχοντας άλλο αυτή την αίσθηση των χαμένων ευκαιριών, της απίστευτης τραγωδίας, των ανατριχιαστικών λεπτομερειών και της επίμονης πίστης πέρα από κάθε λογική ορισμένων υπερ-ανθρώπων.
Δεν άντεχα να φθάσω σ’ ένα τέλος, τέλος που το ξέρουμε πια όλοι, αλλά που ο καθένας φθάνει εκεί από τον δικό του δρόμο. Και οι δρόμοι αυτοί διαφέρουν τελείως μεταξύ τους. Έτσι, που μπορείς να φθάσεις στο τέλος -σ’ αυτό που νομίζουνε ότι ξέρουμε ως «τέλος», και να μη κατανοήσεις ποτέ το γιατί και το πώς αυτή την απίστευτη πολυπλοκότητα λεπτομερειών που συναντά κανείς στις ανθρώπινες σχέσεις, οι οποίες προέκυψαν μέσα στη δίνη αυτού του ολέθριου εμφύλιου πολέμου.
Κι αυτό όχι τόσο στο επίπεδο της ηγεσίας των δύο παρατάξεων όσο σ’ εκείνο το βάθος της ψυχής των ανθρώπων, που πήραν στην πλάτη τους την εφαρμογή των εντολών.

Πήγα, λοιπόν, σ’ αυτή την προβολή με σφιγμένη καρδιά. Σκεπτόμενος ότι πάλι θα ξαναζούσα τα λάθη, την έλλειψη προβλεπτικότητας, τη σειρά των γεγονότων που με διαδοχικά εμπόδια και παγίδες οδήγησαν σε μια λανθασμένη προοπτική το όραμα μιας «αδελφωμένης», πριν μόλις λίγα χρόνια στα βουνά της Αλβανίας, κοινότητας. Φανταστείτε, λοιπόν, την ανακούφιση μου όταν με το τέλος της ταινίας ένιωσα ξαλαφρωμένος και σχεδόν αισιόδοξος.
Και όσοι δεν είδατε την ταινία θ’ αναρωτηθείτε «γιατί;».
Γιατί, όσοι είδατε την ταινία, θα αντιληφθήκατε ότι αποτελεί την κατάθεση εμπιστοσύνης ανάμεσα σε δύο γενιές που η μία έζησε τον εμφύλιο με όλη του τη φρίκη και η άλλη μπορεί πια σήμερα ν’ αντλήσει απ’ αυτόν ήρεμα –όσο είναι δυνατόν- και στοχαστικά ένα άλλο ήθος, άλλες αξίες ανύπαρκτες στην εποχή μας που όμως ελπίζουμε πως κρύβονται σε νάρκη, βαθιά στην ψυχή των ανθρώπων.
Γιατί αποδεικνύει ότι η γνώση δεν είναι απαραίτητη για να σταθείς με αξιοπρέπεια απέναντι στα προβλήματα της ζωής, ότι αρκεί ο αυτοσεβασμός, το κοινό όραμα και η παράδοση της αλληλοβοήθειας, της φροντίδας για τον αδύνατο που είναι βαθιά ριζωμένη στη νοοτροπία του κρητικού λαού, και τη συνακόλουθη προσωπική στάση που ξεπερνά της παραταξιακές εντάσεις και εντάξεις...
Γιατί ακτινοβολεί τη βαθιά εκτίμηση και αναγνώριση της ανδρείας και της εντιμότητας του αντιπάλου και του σεβασμού του νικητή για τον πεισματικά έντιμο νικημένο.

Όλα αυτά προβάλλουν ανάγλυφα από τη διακριτική παρακολούθηση του φακού πάνω στη γεωγραφία των προσώπων, των προσώπων που επέζησαν αυτής της απίθανης περιπέτειας που έφερε στο φως ο Σταύρος Ψυλλάκης. Γεωγραφίας που αναδεικνύεται κι από τη σύγκριση με την πραγματική γεωγραφία των βουνών της Κρήτης, αυτής της απίστευτης μεγαλοπρέπειας των νεκρών βουνών, τη σκληρότητα των γκρεμών και τη φιλόξενη κρύπτη των σπηλαίων που φιλοξένησαν αυτούς τους λίγους νικημένους ανθρώπους για 14 χρόνια! Αυτών των λίγων που επέζησαν με τη συμπαράσταση φίλων και εχθρών! Ξεπερνώντας από τη μια κομματικές εντολές για εγκατάλειψη της προσπάθειας και παράδοση στις αρχές, κι από την άλλη στρατιωτικές διαταγές για απηνή διωγμό.

Ήρεμη συγκίνηση εκπορεύεται από τις εικόνες αυτής της ταινίας και από τις επιλεγμένες λίγες φράσεις που αποθησαύρισε ο σκηνοθέτης Σταύρος Ψυλλάκης με διακριτικότητα και ευστοχία.
Τα δακρυσμένα μάτια των θεατών όταν άναψαν τα φώτα μετά την προβολή θα μαλακώσουν άραγε τις εντάσεις εκείνων που παίζουν σκάκι στην πλάτη μιας κοινότητας που λαχταρά την αξιοπρεπή και στοχαστική προσέγγιση κοινών στόχων;